Η έκθεση με συγκίνησε, καθόλου
δεν το περίμενα καθώς πήγα με μια διάθεση πολύ διεκπεραιωτική, όμως με
συγκίνησε στ’ αλήθεια. Λίγα πράγματα γνώριζα για τον Μανόλη Αναγνωστάκη, δεν
ήξερα για την τόσο γεμάτη ζωή του, γεμάτη μου φάνηκε, από εμπειρίες, από
ανθρώπους, από ιδέες. Και οι στίχοι του, τόσο δυνατοί μες την απλότητα τους, διαλεγμένες
οι λέξεις μία προς μία «Σαν πρόκες πρέπει να καρφώνονται οι λέξεις. Να μην τις
παίρνει ο άνεμος». Υπήρξαν στίχοι που με έκανα να ψάξω να βρω τα ποιήματα του,
να τα διαβάσω ολόκληρα, δεν μου αρκούσε ένα δίστιχο. Δεν μπορώ να σκεφτώ ένα
αντικείμενο, ένα συγκεκριμένο αντικείμενο της έκθεσης που να με συγκίνησε
περισσότερο. Όλο το δωμάτιο είχε μια ατμόσφαιρα πολύ ιδιαίτερη, το γεγονός ότι άκουγα
τη φωνή του, να διαβάζει τα ποιήματά του, οι φωτογραφίες του από στιγμές
καθημερινές, μου έβγαζε μια οικειότητα, καμία σχέση με μουσείο, με έκανε να
νιώσω ότι γνώρισα κάπως τον Αναγνωστακη, έστω λίγο, έστω τώρα, τον γνώρισα. Οι
φωτογραφίες του ως παιδί από τη μια μεριά, ανέμελο έμοιαζε, και από την
απέναντι πλευρά ηλικιωμένος, καταξιωμένος, γεμάτος εμπειρίες. Ήξερε άραγε σαν
παιδί ότι η ζωή του θα είχε αυτή την εξέλιξη; Τέτοιες σκέψεις έκανα εκεί μέσα.
Νομίζω πως όσες φορές κι αν διαβάσω το «Οι Νικημένοι» θα δακρίσω −και να φανταστείτε
δεν περνιέμαι ευαίσθητη...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου